Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

Η σύγχρονη αίρεση της θεοκοινωνιοφοβίας

Του Κώστα Νούση,  Θεολόγου – φιλολόγου,  Μ.Th.


Θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και πλάνη απλή, ωστόσο, όταν τίθεται θέμα αμφισβήτησης της Θείας Κοινωνίας, τότε έχουμε βλασφημία του Αγίου Πνεύματος, τουτέστιν απιστία ή αίρεση.

Και αυτό είναι εξόχως κολάσιμο. Ποιοι προωθούν άμεσα ή έμμεσα αυτήν την πλανεμένη – έως αιρετική – διδασκαλία;

Οι light και «μαγκίτες» θεολογούντες των ημερών, κληρικοί και λαϊκοί αδιακρίτως – παρακάτω θα αιτιολογηθούν οι χαρακτηρισμοί εκ των πραγμάτων.

Βγήκε προχθές ένας κληρικός από την Κρήτη και άρχισε αμετροεπώς να εισέρχεται στα άδυτα του μυστηρίου.

Φυσικά, δεν είναι μόνος του. Ικανός αριθμός θεολόγων και θεολογούντων εκπροσωπούν την κατ’ εμέ «μαγκίτικη» θεολογία των ημερών, αυτή που βολεύει τους πολλούς και κυρίως τα αφτιά των εκκοσμικευμένων χριστιανών και των αθέων ή αθεϊζόντων.
Θα μπορούσαμε στο «τσουβάλι» αυτό να ρίξουμε πολλά άτομα, ιδίως τα κακώς νοούμενα προοδευτικά μυαλά, τα βαπτιζόμενα συνήθως και σαν οικουμενιστικά.

Και αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει πολλές φορές και σοβαρούς θεολόγους, οι οποίοι στο πλαίσιο της αντίδρασής τους στον φονταμενταλισμό, είθισται να «ξεφεύγουν».

Η «μαγκίτικη» αυτή θεολογία, όπως τη χαρακτήρισα, αρέσκεται να χαϊδεύει αφτιά, σε βάρος όμως της Ορθόδοξης Παράδοσης.

Και αυτό το βλέπουμε ξεκάθαρα στην περίπτωση της Θείας Κοινωνίας: όταν επιζητείται αλλαγή του τρόπου μετάδοσής της με τη βλάσφημη υπόνοια ότι ενδέχεται να αποτελεί πηγή μετάδοσης ασθενειών, τότε πρόκειται για απαράδεκτη διαστροφή της πίστεως και της μακραίωνης εκκλησιαστικής μας Παράδοσης.

Είναι γεγονός ότι άλλαξε κατά καιρούς ο τρόπος μετάδοσης των Αχράντων Μυστηρίων, οι λόγοι όμως ήταν καθαρά ποιμαντικοί και πρακτικοί, ουδέποτε δογματικοί.

Είναι αδιαπραγμάτευτη η πίστη μας για τα Μυστήρια: το ίδιο το Σώμα και Αίμα του Αναστάντος Χριστού. Όχι σύμβολα αυτών, όπως το αλλοίωσαν δογματικά οι Προτεστάντες.

Αν, λοιπόν, τα θεωρήσουμε πιθανές εστίες μόλυνσης, τότε γκρεμίζουμε εκ των έσω το όλο οικοδόμημα της θρησκείας μας: ο Χριστός παύει να αποτελεί τη Ζωή και την πηγή της.

Είναι ένας κοινός θνητός, όχι όμως και Θεός, οπότε ενδέχεται το περί αναστάσεως δόγμα να είναι μια απάτη.

Αυτή είναι η τελική κατάληξη όσων πρεσβεύουν τα διάφορα «περίεργα» περί της Θείας Ευχαριστίας και συζητούν ελαφρά τη καρδία για τρόπους υπακοής στις κρατικές εντολές της παγκοσμιοποίησης.

Πάνω σε δύο επίπεδα μπορούμε να εντοπίσουμε το άτοπο και αδιέξοδο στην αποδοχή της αλλαγής του τρόπου μετάδοσης της Ευχαριστίας. Το ένα είναι το θεολογικό και το άλλο το πρακτικό.

Στο πρώτο επίπεδο, το βασικότερο, εντοπίζουμε μια μέγιστη αντίφαση και αυτοαναίρεσή μας ως Χριστιανών: εάν αλλάξουμε τον τρόπο μετάδοσης για την αποφυγή ενός πιθανού μολυσμού, όπως και η προσωρινή διακοπή της Θείας Κοινωνίας για τον ίδιο λόγο, τούτο μεταφράζεται στο εξής: αποφεύγουμε το Ποτήριο της Ζωής για να… προστατέψουμε τη ζωή!

Γελοιωδέστατη αντίφαση η οποία μας εκθέτει στα μάτια των αντιφρονούντων: εφόσον δεχόμεθα τέτοια πρακτική, συμφωνούμε μαζί τους ότι η Θεία Κοινωνία δεν είναι κατ’ ουσίαν αυτό που λέγεται, αλλά απλό κρασί και ψωμί και άρα τωόντι πιθανή εστία μόλυνσης.

Πάμε στο πρακτικό κομμάτι του θέματος. Θα στηριχτώ σε μερικά από όσα είπε πρόσφατα ένας ιερέας από την Κρήτη: δεν λειτουργεί μαγικά η θεία Κοινωνία και τα άλλα Μυστήρια, οπότε μπορεί να πάθεις οιαδήποτε ζημιά.

Μα, πάτερ μου, αυτό δεν οφείλεται στην απουσία Χάρης, αλλά στη δική μας υπαιτιότητα και αμαρτωλότητα. Ας μην κατηγορούμε και διαβάλλουμε τα Άγια Μυστήρια, αλλά αποκλειστικά εαυτούς.

Αν, για παράδειγμα, έχω κάποια ίωση και θέλω να κοινωνήσω, δεν θα πάω για να μην «κολλήσω» τους εν Χριστώ αδερφούς μέσω της κοινής λαβίδας; Ω της βλασφημίας και της απιστίας!

Ο ίδιος ιερεύς φέρεται να είπε ότι οι παλιοί δεν ήξεραν τόσα περί του κινδύνου μετάδοσης μέσω του σάλιου και γενικότερα η επιστήμη της ιατρικής ήταν πίσω. Αυτό είναι όντως αστείο και αφίεται ασχολίαστο.

Όμως, πράγματι δεν πρέπει η επιστήμη να συγχέεται με τη θεολογία και να παραβιάζει τα όριά της, πράγμα που δυστυχώς εν προκειμένω συμβαίνει.

Επιστρέφω στον σημερινό τρόπο μετάδοσης. Αν θεωρήσουμε ότι η αλλαγή του θα μας «σώσει», απλά αυταπατώμεθα. Διότι δεν είναι μόνον η τελική διαδικασία της ιερής μετάδοσης.

Αν σκεφτούμε ότι κάποιος έφερε το πρόσφορο, σίγουρα θα το έπιασε με τα χέρια. Ειδικά ο παρασκευαστής του.

Αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία απολύμανσης πρέπει να ξεκινήσει από πολύ νωρίτερα! Έπειτα, ο ιερεύς θα πρέπει να το πιάσει με γάντια και να το απολυμάνει, καθώς και να τελέσει όλη τη Λειτουργία με γάντια.

Μας μένει ένα ακόμη πρόβλημα: όλοι γνωρίζουμε ότι ο ιερεύς καταλύει από το άγιο Ποτήριο πριν βγει να κοινωνήσει τους πιστούς.

Οπότε δώρα άδωρα όλα τα προηγούμενα, διότι με το που θα βάλει το στόμα του στο άγιο Δισκοπότηρο, θα εκχύσει μέσα ό,τι ασθένεια μεταδοτική ίσως φέρει επάνω του.

Μένει, λοιπόν, να χύνει σε χωριστά ποτήρια τη δική του Κοινωνία και των πιστών, ώστε να αποφευχθεί και αυτός ο κίνδυνος. Τα γάντια βέβαια θα πρέπει να παραμείνουν σε κάθε περίπτωση…

Στο τέλος ίσως μάς ζητηθεί να εισάγεται ο εμβαπτισμένος στο κρασί άρτος σε πλαστικά σακουλάκια κλεισμένα αεροστεγώς. Έτσι θα ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα κινδύνου.

Για να γίνει όμως όλο αυτό, θα πρέπει να αλλάξει γενικότερα η ακολουθία της Θείας Λειτουργίας, διότι η διαδικασία αυτή και χρονοβόρα θα είναι και θα χρειάζονται περισσότερα πρόσφορα κλπ., άσε που δεν θα γνωρίζουμε πόσοι θα θέλουν να κοινωνήσουν και τι περισσεύματα θα έχουμε!

Στο τέλος, θα καταλήξουμε να μη μας είναι απαραίτητες τόσες Λειτουργίες και τόσοι Ναοί και τόσοι Ιερείς.

Θα τελείται μια στο τόσο μια Λειτουργία, θα ετοιμάζεται ο εν πλαστικοίς σακουλίοις ηγιασμένος άρτος και θα διανέμεται στον κόσμο.
Γιατί όχι και στα σπίτια… Περιττή και η προσέλευση στους Ναούς. Κατ’ οίκον εκκλησία δεν διακηρήξαμε ούτως ή άλλως αυτές τις μέρες;
Οπότε, πάτερ μου, μόνος σου βγάζεις τα ματάκια σου και προωθείς την ίδια σου την απόλυση! Φρικτά και μόνο να τα σκέφτεται και να τα ακούει όλα τα παραπάνω κανείς.

Κι όμως αναγκαστήκαμε με πόνο ψυχής να τα καταγράψουμε, καθώς αποτελούν τη λογική και φυσική συνέπεια της αιρετικής μας πρόθεσης να αλλάξουμε τον τρόπο της Θείας Κοινωνίας ανάλογα με τις απαιτήσεις των ασχέτων, των αθέων και των αντιχρίστων.

Και η αθέμιτη και ανόσια αυτή υποχονδρία δεν σταματάει εδώ, κι ούτε μπορεί να σταματήσει, όπως και κάθε συναφής ψυχασθένεια, μάλλον δαιμονική επιρροή.

Και εξηγούμαι: για ποιον, επίσης, λόγο να «συνωστιζόμαστε» στους ναούς και να φιλάμε εικόνες και χέρια ιερέων, όταν παίρνουμε τα αντίδωρα;

Πρέπει είτε να τα αποφεύγουμε όλα αυτά είτε να απολυμαινόμαστε όλοι μας συνέχεια.

Άρα, πέρα που θα καταντήσουμε άρρωστοι ψυχικά με όλα τούτα, θα οδηγηθούμε εκ των πραγμάτων στην αλλαγή της όλης παράδοσής μας, που στην ουσία θα σημάνει την απουσία ουσιαστικού νοήματος ύπαρξης της Εκκλησίας.

Θα μπορούσαμε, αλλά δεν υπάρχει χώρος σε ένα περιορισμένο άρθρο, να αναλύσουμε επί μακρόν έναν ασεβή και εξωφρενικό κατάλογο μιας στείρας περιπτωσιολογίας, η οποία γεννιέται αναπόφευκτα από τη βλάσφημη επιθυμία συμπόρευσής μας με τις επιταγές των αντιεκκλησιαστικών νοών.

Στην τελική, με όλα αυτά προωθείται μια λατρεία μη κοινωνική, εφόσον δεν συμμετέχουμε στο ένα και το αυτό Ποτήριο της Ζωής, επιμεριζόμενοι σε παράλληλες ατομικότητες λατρείας ενός ψιλού ανθρώπου (του Ιησού), ο οποίος δεν μπορεί να μας σώσει, διότι απλούστατα δεν είναι Θεός.

Τοιουτοτρόπως καταργούμε την πίστη μας στη αντίδοση των ιδιωμάτων της θείας και ανθρωπίνης φύσης εν Χριστώ, κοινωνώντας απλά σύμβολα ή το πολύ πολύ τη σάρκα ενός κοινού, σαν και μας ακριβώς, θνητού, ο οποίος, ίσως, αναστήθηκε. Και ποιος ο λόγος τότε αυτής της «ανθρωποφαγίας»; 

Συν τοις άλλοις καταργούμε και το δόγμα της Εκκλησίας περί της Άκτιστης Χάρης επί των ιερών Εικόνων και Λειψάνων των Αγίων – το ότι καθαρίζουμε τις εικόνες στους Ναούς δεν γίνεται για να μην αρρωστήσουμε, αλλά για πρακτικούς λόγους καθαριότητας και αισθητικούς, όπως απαλλαγή από υπολείμματα σιέλων, κραγιόν κλπ.
Είμαστε σύντροφοι του Χριστού και μεταξύ μας, συνεχίζοντας τον ίδιο εκείνο αρχαίο Μυστικό Δείπνο. Και έτσι γινόμαστε ένα Σώμα, Σώμα Μυστηριακό, Σώμα Χριστού, Εκκλησία Θεού, αιώνια και αθάνατη.

Ακόμη και αν γνωρίζαμε ότι μεταξύ μας κοινωνώντας εν Χριστώ θα αρρωστήσουμε και θα πεθάνουμε, δεν μας νοιάζει αυτό στην Εκκλησία και δεν μας τρομάζει εμάς τους εν Χριστώ αδελφούς.

Διότι όποιος δεν φάει τη Σάρκα του Υιού του Θεού και δεν πιει το Αίμα Του, είναι νεκρός εις τους αιώνες (Ιω. 6, 53-56). Αντιθέτως, όποιος κοινωνάει των Αχράντων Μυστηρίων, «καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιω. 11,26).

Πηγή : Ρομφαία
 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το πρόσωπο του Αγίου Πνεύματος

      Του μακαριστού π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου   Με την ανάληψή Του ο Χριστός ανέβασε την ανθρώ­πινη φύση μέχρι το θρόνο της δόξης του...